καυσοπολίτης

καυσοπολίτης
καυσοπολίτης, ὁ (Μ)
(ως παρωνύμ. υβριστικό τής φατρίας τών Πρασίνων) αυτός που καίει την πόλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. καυσ- τού καίω (πρβλ. καύσ-η, ε-καυσ-α) + πολίτης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”